ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑ Ι

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Η αγωγή που θα ασκηθεί θα πρέπει να είναι:
  1.    Παραδεκτή
  2.    Νόμω βάσιμη
  3.    Ουσία βάσιμη

1.  Παραδεκτό της αγωγής
  Οι προϋποθέσεις που πρέπει να υπάρχουν προκειμένου να ασκηθεί “σωστά” η αγωγή είναι:
  Ø Κατά τόπον αρμοδιότητα
  Ø Έννομο συμφέρον
  Ø Διαδικαστικές προϋποθέσεις

2.  Νόμω βάσιμο της αγωγής
  Τα πραγματικά περιστατικά που παραθέτει ο ενάγων στην αγωγή του θα πρέπει να πληρούν τα στοιχεία της αντικειμενικής υπόστασης του κανόνα δικαίου. Θα πρέπει να  μπορούν να υπαχθούν σε διάταξη του νόμου.

3.  Ουσία βάσιμο της αγωγής
  Ο δικαστής εξετάζει – με τη διαδικασία των μαρτύρων- εάν τα πραγματικά περιστατικά που παρουσιάζονται από τον ενάγοντα είναι αληθή.
 ----------------------------------------------------------------------------------------------------
ΠΑΡΑΔΕΚΤΟ ΤΗΣ ΑΓΩΓΗΣ

Οι διαδικαστικές προϋποθέσεις για τι παραδεκτό της αγωγής εξετάζονται αυτεπαγγέλτως προκειμένου να υπάρξει ασφάλεια δικαίου.
Οι διαδικαστικές προϋποθέσεις ανήκουν σε 3 κατηγορίες:

A.  ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ:
 i. Δικαιοδοσία
 ii. Αρμοδιότητα

B.  ΔΙΑΔΙΚΟΙ:
i.     Ικανότητα διαδίκου
ii.     Ικανότητα δικαστικής παραστάσεως
iii.     Νομιμοποίηση
iv.     Έννομο συμφέρον

Γ.ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΤΗΣ ΔΙΚΗΣ:
i.        Ορισμένο της αγωγής
ii.        Εκκρεμοδικία
iii.        Δεδικασμένο

Α.ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ

i. ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ:
 Η πρώτη προϋπόθεση που εξετάζει ο δικαστής όταν έχει μπροστά του μια αγωγή είναι αν το δικαστήριό του έχει εξουσία να δικάσει μια υπόθεση.
Π.χ. Ελληνική πρεσβεία στην Πολωνία νοικιάζει κτήριο για να στεγαστεί. Το κράτος αδρανεί να πληρώσει κάποια νοίκια.
 Πρόκειται για ιδιωτική διαφορά. Είναι διαφορά μίσθωσης! Δεν υπάρχει κάποια ιδιαίτερη ρήτρα. Θα υπαχθεί στα πολιτικά δικαστήρια.
 Το δικαστήριο εξετάζει αν πρόκειται για πολιτική ή για διοικητική διαφορά προκειμένου να κρίνει αν έχουν δικαιοδοσία τα πολιτικά ή τα διοικητικά δικαστήρια.
 ( Το πρόβλημα ανακύπτει κυρίως στις αδικοπραξίες από αστική ευθύνη του δημοσίου, στα αυτοκινητικά και στις διαφορές με δημοσίους υπαλλήλους).
 Απόφαση ΑΕΔ 5/1995 – Υπαγωγή στα διοικητικά δικαστήρια
·  Η αγωγή γεννήθηκε ενώ ο ενάγων βρισκόταν σε άσκηση δημόσιας υπηρεσίας ( π.χ. φαντάρος ). – πλειοψηφία
·  Θα πρέπει να υπάρχει ωφέλεια του ενός από τους δύο λόγω αυτής της άσκησης δημόσιας εξουσίας. – μειοψηφία

Ø Σε περίπτωση π.χ. που το πρόσωπο που ασκεί δημόσια υπηρεσία την ώρα που την ασκεί προκαλεί ατύχημα θα πρέπει να πάει στα πολιτικά δικαστήρια γιατί υπάγεται στο ίδιο καθεστώς κανόνων. Έχει κι αυτός υποχρέωση να τηρήσει τον ΚΟΚ.

 Σε συμβάσεις εργασίας με το δημόσιο  ή με ν.π.δ.δ
 Αν η σχέση που συνδέει είναι δημοσίου δικαίου θα πάει στα διοικητικά δικαστήρια.
 Αν η σχέση που συνδέει είναι ιδιωτικού δικαίου θα πάει στα πολιτικά δικαστήρια.
Για να είναι μια σύμβαση διοικητική θα πρέπει το δημόσιο να είναι  σε υπέρτερη θέση από τον ιδιώτη με τον οποίο συμβάλλεται. Αυτό ανακύπτει από τις ρήτρες που υπάρχουν μέσα στη σύμβαση.
Π.χ. Προσβολή της σύμβασης από τον ιδιώτη μπορεί να γίνει με προειδοποίηση μέχρι 3 μήνες πριν.
Προσβολή της σύμβασης από το δημόσιο μπορεί να γίνει απροειδοποίητα.
Αν δεν υπάρχουν τέτοιες ρήτρες και τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις που ανακύπτουν είναι ίδιες για το δημόσιο  και τον ιδιώτη – άρα αυτοί παρουσιάζονται ως ίσοι στη σύμβαση- η αγωγή θα πάει στα πολιτικά δικαστήρια.

ii. ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑ:
Τα πολιτικά δικαστήρια είναι:
1.    Το Πολυμελές Πρωτοδικείο  =>                                                                                               
                                                                                 Δικαστήρια α’ βαθμού
2.    Το Μονομελές Πρωτοδικείο =>          
3.    Το Ειρηνοδικείο
(Το Πολυμελές Πρωτοδικείο λειτουργεί και ως δικαστήριο β’ βαθμού δικαιοδοσίας).

Η απόφαση που βγαίνει από τα δικαστήρια α’ βαθμού είναι οριστική!
Η απόφαση του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου μπορί να προσβληθεί με ένδικα μέσα.

Τα τακτικά ένδικα μέσα είναι :
a.   Η Έφεση
· Όταν η προβαλλόμενη απόφαση είναι του Ειρηνοδικείου η έφεση ασκείται στο Πολυμελές Πρωτοδικείο.
· Όταν η προβαλλόμενη απόφαση είναι του Πολυμελούς ή του Μονομελούς Πρωτοδικείου η έφεση ασκείται στο Εφετείο.
β. Η Ανακοπή Ερημοδικίας
Αν ο διάδικος δικαστεί ερήμην στον α’ βαθμό ασκεί ανακοπή ερημοδικίας. Θα πρέπει όμως η μη παρουσία του να είναι δικαιολογημένη π.χ. αν δεν έλαβε γνώση της αγωγής, η αγωγή να επιδόθηκε σε λάθος πρόσωπο, διεύθυνση κλπ.
· Η ανακοπή ερημοδικίας ασκείται στο δικαστήριο το οποίο εξέδωσε την ερήμην απόφαση.

Τα ‘Εκτακτα ένδικα μέσα είναι η αναψηλάφηση και η αναίρεση.

 Η διαδικασία της εκδίκασης των ενδίκων μέσων είναι δευτεροβάθμια.
 Η απόφαση που βγαίνει από δευτεροβάθμιο δικαστήριο είναι τελεσίδικη!
 Η δευτεροβάθμια απόφαση μπορεί να προσβληθεί με αναίρεση στον Άρειο Πάγο.
 Η απόφαση του Αρείου Πάγου είναι αμετάκλητη!

Η  αρμοδιότητα των δικαστηρίων διακρίνεται σε:
I. Καθ’ ύλην αρμοδιότητα
II. Κατά τόπον αρμοδιότητα

Θα πρέπει το δικαστήριο στο οποίο ασκείται η αγωγή να είναι αρμόδιο καθ’ ύλην και κατά τόπον!

Εξαίρεση στις διαδικαστικές προϋποθέσεις:
Στην περίπτωση της αρμοδιότητας αν το δικαστήριο που ασκήθηκε η αγωγή δεν είναι το αρμόδιο η αγωγή δεν θα απορριφθεί ως απαράδεκτη αλλά  θα παραπεμφθεί στο αρμόδιο δικαστήριο.

I.ΚΑΘ’ ΥΛΗΝ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑ
Αρ.7 – 21 ΚπολΔ

Αρ.7 ΚπολΔ - Η  αρμοδιότητα του δικαστηρίου καθορίζεται από την αξία του αντικειμένου της διαφοράς.
Αντικείμενο της διαφοράς είναι αυτό που ζητά ο ενάγων. Αν π.χ. ζητάει  €50.000 αποζημίωση, τότε αντικείμενο της διαφοράς είναι η αποζημίωση και η αξία του είναι  €50.000 ή διεκδικεί ένα ακίνητο.Δεν υπάρχει αξία.Για να βρεθεί η αξία του αντικειμένου της διαφοράς πάμε στο αρ.8 ΚπολΔ.

Κάποιες φορές όμως η διαφορά δεν μπορεί να αποτιμηθεί σε χρήμα. Π.χ. αγωγή διαζυγίου. Σ’αυτές τις περιπτώσεις πηγαίνουμε στο αρ.18 ΚπολΔ.
Αρ.18§1ΚπολΔ – “ Όλες οι διαφορές για τις οποίες δεν είναι αρμόδια το Μονομελές Πρωτοδικείο και το Ειρηνοδικέιο”. – Εδώ υπάγονται και οι διαφορές που δεν είναι αποτιμητές σε χρήμα.

Τακτική αρμοδιότητα των δικαστηρίων
Η αξία του αντικειμένου της διαφοράς καθορίζει σε ποιο δικαστήριο 8α υπαχθεί η διαφορά.
1.    ≤ €12.000 – Ειρηνοδικείο
2.    €12.001 – 80.000 – Μονομελές Πρωτοδικείο
3.    ≥ €80.001 – Πολυμελές Πρωτοδικείο

→ Οι διαφορές μίσθωσης από τις οποίες το συμφωνημένο μηνιαίο μίσθωμα είναι ≤ €450  πάνε στο Ειρηνοδικείο.
Όταν το συμφωνημένο μίσθωμα είναι < €450 πάμε στο αρ.16 ΚπολΔ και στην αποκλειστική αρμοδιότητα του Πολυμελούς Πρωτοδικείου.

Αρ.9 ΚπολΔ – Αίτημα της αγωγής
Εδ.2 – Ο ενάγων ζητάει και τόκους. Οι τόκοι θεωρούνται παρεπόμενη αίτηση.
Π.χ. Ο Α πωλεί πράγματα στον Β με δώσεις. Ο Β πληρώνει τα πάντα εκτός από τις 2 τελευταίες δώσεις τις οποίες καθυστερεί.Ο Α ζητάει τα χρήματα που του χρωστάει ( π.χ. €10.000 και €2.500 από τόκους ). Αν προσθέσουμε και τα δύο η αγωγή φτάνει στο Μονομελές Πρωτοδικείο. Όμως σύμφωνα με τη διάταξη του αρ.9 ΚπολΔ δεν πρέπει οι τόκοι να προσμετρηθούν. Άρα το αντικείμενο της διαφοράς έχει αξία €10.000 και η αγωγή πάει στο Ειρηνοδικείο.
Εδ.3 – Ο ενάγων έχει 3 διαφορετικές αξιώσεις κατά του ίδιου ατόμου. Μπορεί να ασκήσει κατά αυτού 3 διαφορετικές αγωγές. Επειδή όμως πρόκειται και στις 3 περιπτώσεις για τα ίδια άτομα μπορεί να ασκήσει και τις 3 αξιώσεις του στην ίδια αγωγή σωρρευτικά.
Π.χ. ‘Εχει αξίωση €5.000 και €3.000 και €15.000. Αυτά θα προστεθούν μεταξύ τους, η αξία της διαφοράς θα πάει στις €23.000 και το αρμόδιο δικαστήριο θα είναι το αντίστοιχο του ποσού. ( εδώ το Μονομελές Πρωτοδικείο) .
[ Οι διατάξεις του αρ.9 ΚπολΔ δεν εφαρμόζονται σωρρευτικά].
 Π.χ. Αιτήματα                  Τόκοι
           €7.000                      €1.800
           €1.000                      €500               Θα πάει στο Μον.Πρωτ.
           €3.000                      €700               Οι τόκοι δεν συνυπολογίζονται.

Ομοδικία – Όταν έχουμε περισσότερους ενάγοντες ή εναγωμένους.
Ενεργητική ομοδικία – περισσότεροι ενάγοντες
Παθητική ομοδικία – περισσότεροι εναγωμένοι

Σε διαιρετά δικαιώματα: Αν ο ενάγων ζητάει €40.000 εις ολόκληρον, η παροχή αυτή είναι αδιαίρετη. Θα πάει απ' ευθείας στο Μον.Πρωτοδικείο.
π.χ. Α και Β συγκύριοι εξ αδιαιρέτου σε κτήμα. Η νομολογία δέχεται ότι είτε διαιρετή είτε εξ αδιαιρέτου είναι η κυριότητα, αυτή είναι σε κάθε περίπτωση δικαίωμα διαιρετό. Το εξ αδιαιρέτου στην κυριότητα δείχνει απλώς τον τρόπο που έχουν αποκτήσει και κατέχουν το πράγμα (κτήμα).
π.χ.Οίκηση: Οι Α και Β έχουν δικαίωμα οικήσεως σε διαμέρισμα από τον ιδιοκτήτη. Η οίκηση είναι δικαίωμα αδιαίρετο. Ο ιδιοκτήτης θέλει να τις διώξει. Ασκούν αγωγή. Αξία του ακινήτου + αξία της οικήσεως = αρμόδιο δικαστήριο.
Διαιρετό δικαίωμα: π.χ. Οι Α και Β ασκούν αγωγή με αίτημα καταβολής €150.000 από τους Γ, Δ και Ε. Το αίτημά τους είναι διαιρετό. Για να βρούμε την αξίωση του κάθε ενάγοντος θα διαιρέσουμε με τον αριθμό τους.
Δηλαδή για να βρούμε την αξίωση του Α θα κάνουμε €150.000 ÷ 2 = €75.000.Ο Α έχει αξίωση €75.000 διαζευτικά από τους Γ,Δ και Ε. Για να βρούμε το ποσό που θα καταβάλλει ο κάθε εναγώμενος θα διαιρέσουμε με τον αριθμό αυτών. Δηλαδή €75.000 ( που είναι η αξίωση του Α) ÷ 3 ( που είναι ο αριθμός των εναγωμένων) = €25.000. Άρα πάμε στο Μον.Πρωτ.
Εάν ζητάνε €100.000 από τον Γ, €50.000 από τον Δ και € 10.000 από τον Ε, θα διαιρέσουμε με το 2 (ενάγοντες) όλα τα ποσά και αν υπάγονται σε διαφορετικό δικαστήριο η κάθε μια από τις απαιτήσεις λόγω ποσού, θα πάμε όλες τις απαιτήσεις στο ανώτερο δικαστήριο που θα προκύψει.